To επιχειρηματικό δίκτυο του Θεμιστοκλή Μαρίνου
Ευρυδίκη Σιφναίου
Ο Θεμιστοκλής Μαρίνου (1846-1899) ήταν Λέσβιος επιχειρηματίας του τέλους του 19ου αιώνα. Γιος του δημογέροντα Μαρίνου Κουραματζή (1804-1886), που είχε επανειλημμένα εκλεγεί στο Συμβούλιο της Χριστιανικής Κοινότητας της Μυτιλήνης (1842-1845, 1862-1862, 1872-1875, 1882-1884), είχε κληρονομήσει από τον πατέρα του εμπορική περιουσία στη Λέσβο. Η σύζυγός του, Μελπομένη Χατζή Αλατζά, καταγόταν από πλούσια οικογένεια της Μυτιλήνης με κτηματική περιουσία στη Θερμή. Ήταν έμπορος, ιδιοκτήτης ατμοκίνητου ελαιοτριβείου (1883), σαπωνοποιείου και ιστιοφόρου στη Λέσβο. Ασκούσε εμπορικές, βιομηχανικές και δανειοδοτικές δραστηριότητες. Ήταν ασφαλιστικός πράκτωρ του «Φοίνικα» και υπεύθυνος για τη διανομή της εφημερίδας Νεολόγος (Κωνσταντινουπόλεως) στη Λέσβο. Το 1875 πήρε την ελληνική υπηκοότητα από τον δήμο Ερμούπολης. Εργάστηκε ως μεταφραστής στο Ρωσικό προξενείο. Είχε βιομηχανικές βλέψεις και σχεδίαζε μαζί με άλλους επιχειρηματίες την κατασκευή εργοστασίου σόδας στη Λέσβο. Το σχέδιο αυτό στηριζόταν στην ύπαρξη ντόπιων πρώτων υλών (αλάτι και πυρήνα για καύσιμη ύλη), και σκόπευε να αναχαιτίσει την εισαγωγή σόδας για τις ανάγκες της σαπωνοποιίας στο νησί. Προσέκρουε όμως στην έλλειψη προστατευτικού δασμολογίου στην Οθωμανική Αυτοκρατορία για τη βιομηχανία της. Το 1884 ήρθε σε ρήξη με τον Οθωμανό διοικητή της Μυτιλήνης, Ναμίκ Κεμάλ Βέη και κατηγορήθηκε για αντιοθωμανική δράση. Ως μέλος της Εφορίας Φιλανθρωπικών και Φιλεπκπαιδευτικών καταστημάτων Μυτιλήνης, αντιτάχθηκε στην προσπάθεια της οθωμανικής διοίκησης να αντικαταστήσει τον καθηγητή του Γυμνασίου Μυτιλήνης, Δημήτριο Βερναρδάκη, που ήταν απόφοιτος του Πανεπιστημίου Αθηνών (1895-1897). Διέθετε πύργο στους Άνω Πύργους Θερμής, πέτρινη οικία με κήπο στη Μυτιλήνη, στην οδό Κομνηνάκη 23-25, και μαγαζιά στην αγορά.
Έστειλε τον γιο του Μάριο Μαρίνου (1873-1908) να σπουδάσει Χημεία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών (1891-1893) και στη συνέχεια στο Πολυτεχνείο της Ζυρίχης (1894-1898), και τον προόριζε για συνεχιστή των βιομηχανικών του σχεδίων.
Ο Θεμιστοκλής Μαρίνου θεωρείται εκπρόσωπος της νεωτερικής επιχειρηματικής αστικής τάξης της Λέσβου, που διαμορφώθηκε στα ύστερα χρόνια της Τουρκοκρατίας και θεωρούσε αναχρονιστικό και πολιτικά οπισθοδρομικό το οθωμανικό ή νεοτουρκικό διοικητικό πλαίσιο, προσβλέποντας με ενθουσιασμό στην ένωση της Λέσβου με το νεοελληνικό κράτος.
Το δίκτυο των επιχειρηματιών με τους οποίους συνομιλούσε, συνέπραττε, ενίσχυε και συνεργούσε ο Θεμιστοκλής Μαρίνου προκύπτει από τρία κατάστιχα Αντιγράφων Επιστολών που αποδελτιώσαμε για τις ανάγκες του έργου Κρηπίς και αφορούν τα έτη 1884-1887, 1891-1894 και 1894-1898. Τα κατάστιχα περιλαμβάνουν 1.757 επιστολές του επιχειρηματία προς συνεργάτες του, με τους οποίους ανταλλάσσει πληροφορίες και εμπορεύματα, στέλνει εμβάσματα, ασφαλιστήρια έγγραφα, εφημερίδες και συναλλαγματικές και συνάπτει δάνεια.
Η πύκνωση των επιστολών προς ορισμένους προορισμούς εκτός Λέσβου αναδεικνύει την εξωστρέφεια της μυτιληναϊκής αστικής τάξης, που παίζει πρωταγωνιστικό ρόλο στην οικονομική ανάπτυξη της ανατολικής Μεσογείου, τροφοδοτώντας με τα βιομηχανικά της προϊόντα, το λάδι και το σαπούνι, ένα ευρύ δίκτυο αγορών στη Μικρά Ασία, την Κωνσταντινούπολη και τα νησιά του ανατολικού Αιγαίου. Φανερώνει, επίσης, τη μεταφορά λεσβιακών κεφαλαίων προς την Αίγυπτο, που ήταν ένας από τους βασικούς πυλώνες συσσώρευσης κεφαλαίου της μυτιληναϊκής διασποράς.
Οι σημαντικότεροι προορισμοί των επιστολών του επιχειρηματία Θεμιστοκλή Μαρίνου είναι:
• Το Πλωμάρι Λέσβου και οι σαπωνοβιομήχανοί του. Ο Θεμιστοκλής Μαρίνου ασφαλίζει, ως πράκτορας της εταιρείας «Φοίνιξ», σαπωνοφορτία προς τις αγορές της ανατολικής Μεσογείου.
• Κωμοπόλεις της μικρασιατικής ακτής, κυρίως το Αϊβαλί και το Αδραμύττι. Αντικείμενο των επιστολών είναι η ανταλλαγή πληροφοριών για την ελαιοκαλλιέργεια και την εμπορία ελαιολάδου, καθώς και η μεταφορά τεχνικών γνώσεων για τη δημιουργία εκμηχανισμένων επιχειρήσεων επεξεργασίας ελαιολάδου. Συνεργάζεται κυρίως με Έλληνες, Οθωμανούς υπηκόους της απέναντι ακτής.
• Η Σμύρνη. Επιστολές προς τα μηχανουργεία Δ. Ισηγόνη και προμήθεια μηχανημάτων για ελαιουργεία-σαπωνοποιεία, καθώς και επιστολές σε συγγενικά πρόσωπα που επιτηρούν τις σπουδές της κόρης του, Δέσπως. Η Σμύρνη αποτελεί και τόπο προμήθειας ευρωπαϊκών ειδών εισαγωγής, κυρίως ρουχικών.
• Η Αλεξάνδρεια, το Μενούφ και η Μαρσάφα της Αιγύπτου. Επιστολές προς συγγενικά και φιλικά πρόσωπα που έχουν μεταναστεύσει στην Αίγυπτο και ασχολούνται με το χρηματιστήριο βάμβακος, την καλλιέργεια γαιών στα αιγυπτιακά χωριά και τον έντοκο δανεισμό στους φελάχους.
• Η Κωνσταντινούπολη. Επιστολές εμπορικού και πολιτικού περιεχομένου σε εμπόρους και επιχειρηματίες, καθώς και σε πρόσωπα του κύκλου των λαϊκών του Πατριαρχείου με σημαντική επιρροή. Συζητήσεις για την πορεία χρηματιστηριακών επενδύσεων του Μαρίνου και άλλων, καθώς και για πολιτικές εξελίξεις στις σχέσεις μεταξύ της Χριστιανικής Κοινότητας Μυτιλήνης και των Οθωμανικών αρχών με αφορμή το Σχολικό ζήτημα. Το Σχολικό ζήτημα αφορούσε στην επέμβαση των αρχών στο διδακτικό προσωπικό του Ελληνικού Γυμνασίου Μυτιλήνης και στην αποπομπή του Δ. Βερναρδάκη από το καθηγητικό προσωπικό. Από την Κωνσταντινούπολη προμηθεύεται είδη οικιακής χρήσης και ρουχισμό.
• Η Αθήνα. Επαφές με διακεκριμένους Λέσβιους που είχαν μετοικίσει στην Αθήνα ή μετακινούνταν μεταξύ Αθηνών και Μυτιλήνης, όπως ο Αθανάσιος Βερναρδάκης και ο Μιχαήλ Καζάζης. Ενδιαφέρον για τα πολιτικά της Ελλάδος, για τις χρηματιστηριακές επενδύσεις σε μετοχές Λαυρίου και ομόλογα, αλλά και για την πνευματική ζωή, το Πανεπιστήμιο Αθηνών κ.λπ.
Ο Μαρίνου αφήνει να διαφανούν μέσα από την επιστολογραφία του τόσο οι πολιτικές του επιλογές, η αντίθεσή του με τον Μητροπολίτη Μυτιλήνης και με τους εκπροσώπους του Ελληνοθωμανισμού στο νησί όσο και η υποστήριξή του στην ελληνική πολιτική σκηνή προς τον Τρικούπη, η απογοήτευσή του για την ελληνική πολιτική κατάσταση, και το επενδυτικό του άνοιγμα προς το Ελληνικό Βασίλειο.
Ο Μαρίνου είναι χαρακτηριστικό δείγμα της μυτιληναϊκής αστικής τάξης, που εκμεταλλεύτηκε την φιλελευθεροποίηση του εμπορίου λαδιού και σαπουνιού για να παίξει πρωταγωνιστικό ρόλο στην αγορά, ενώ συγχρόνως ανέπτυξε χρηματοπιστωτικές δραστηριότητες μέσα και έξω από τη Λέσβο.
Υπεύθυνη μελέτης: Ευρυδίκη Σιφναίου.
Συνεργάτιδα: Φιλίππα Χορόζη.
Χαρτογράφηση: Παναγιώτης Στρατάκης.