Το δίκτυο εξάπλωσης των καλλιτεχνικών εργαστηρίων θρησκευτικής τέχνης ,
στην Ευρώπη του 17ου και 18ου αιώνα

Ευγενία Δρακοπούλου

Το δίκτυο εξάπλωσης των καλλιτεχνικών εργαστηρίων θρησκευτικής τέχνης στην Ευρώπη του 17ου και 18ου αιώνα συγκροτήθηκε από ένα επιλεγμένο τμήμα του υλικού του Προγράμματος Θρησκευτικής Τέχνης του Ινστιτούτου Ιστορικών Ερευνών του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών (religiousart). Η επιλογή του υλικού έγινε με στόχο να αποτυπωθεί το δίκτυο των καλλιτεχνικών εργαστηρίων θρησκευτικής τέχνης των ορθοδόξων ζωγράφων, οι οποίοι με αφετηρία την Κρήτη, τα Ιόνια νησιά και το Άγιον Όρος δραστηριοποιούνται στον ευρωπαϊκό χώρο κατά τον 17o και 18o αιώνα.

Η Κρήτη, τα Ιόνια νησιά και το Άγιον Όρος αποτελούν τόπους-σταθμούς στην ιστορία της ορθόδοξης θρησκευτικής τέχνης όχι μόνο γιατί παρουσιάζουν μεγάλη καλλιτεχνική δραστηριότητα, αλλά, κυρίως, γιατί υπήρξαν τόποι διαμόρφωσης νέων τάσεων στη ζωγραφική. Η φήμη που απέκτησαν οι ζωγράφοι της Κρήτης, των Ιονίων και του Αγίου Όρους στους τόπους της νοτιοανατολικής, της δυτικής και της κεντρικής Ευρώπης, όπου υπήρχαν ορθόδοξες κοινότητες ή μοναστήρια,αποτυπώνεται στον μεγάλο αριθμό παραγγελιών φορητών εικόνων και τοιχογραφικών διακοσμήσεων.

Αναλυτικότερα, αμέσως μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης η τέχνη της ζωγραφικής στη βενετοκρατούμενη Κρήτη, επηρεασμένη άμεσα και ουσιαστικά από την ιταλική τέχνη της αναγέννησης και του μανιερισμού, έφθασε σε υψηλότατο ποιοτικό επίπεδο, παρέμεινε για αιώνες πρότυπο για τους ορθόδοξους ζωγράφους και συγκέντρωσε τις προτιμήσεις ακόμα και καθολικών παραγγελιοδοτών. Ορθόδοξοι ναοί της Δαλματίας και η δυναμική ελληνική κοινότητα της Βενετίας συγκεντρώνουν τον μεγαλύτερο αριθμό έργων κρητικών ζωγράφων του 17ου αιώνα.

Αυτή η υψηλής ποιότητας ζωγραφική, η κρητική, μεταλαμπαδεύτηκε στο βενετοκρατούμενο περιβάλλον των νησιών του Ιονίου, ακολουθώντας το ρεύμα των ζωγράφων που εγκατέλειψαν το νησί της Κρήτης μετά την οθωμανική κατάκτηση, το β΄ μισό 17ου αιώνα. Την κοινωνία των Ιονίων χαρακτηρίζει την εποχή αυτή μια δυναμική αστική τάξη, προσανατολισμένη προς την Ιταλία, η οποία θα αναζητήσει νέους καλλιτεχνικούς τρόπους –χωρίς να στραφεί άμεσα εναντίον της παραδοσιακής ζωγραφικής– και θα ασπαστεί ένα νέο αισθητικό ιδεώδες.

Τα ίδια χρόνια, νέες προοπτικές έχουν ανοίξει για τους κατοίκους των Ιονίων στις πόλεις της κοντινής Ιταλίας. Ενώ η πάλαι ποτέ ανθούσα ελληνική κοινότητα της Βενετίας συρρικνώνεται δραματικά μέχρι να δεχθεί το οριστικό πλήγμα με την κατάκτηση της πόλης από τον Ναπολέοντα, ελληνικές κοινότητες στη Νάπολη, το Λέτσε, την Μπαρλέτα, την Ανκόνα, το Λιβόρνο, αλλά και βορειότερα, στην Τεργέστη,ακμάζουν με την παρουσία προσφύγων από την Πελοπόννησο και τα Ιόνια, και συγχρόνως με τη δυναμική συνεισφορά εμπόρων από την Ήπειρο. Ο 18ος αιώνας είναι η εποχή που ο ελληνισμός ακμάζει εκμεταλλευόμενος τους δρόμους της θάλασσας και την ολοένα φθίνουσα οθωμανική δύναμη στη Μεσόγειο. Προϋπάρχοντες και νεοϊδρυόμενοι ορθόδοξοι ναοί των ελληνικών κοινοτήτων αναζητούν ορθόδοξους ζωγράφους για τη διακόσμησή τους.

Το Άγιον Όρος διαδραμάτισε όχι μόνο υψηλό θρησκευτικό και πολιτικό ρόλο, αλλά υπήρξε κέντρο μαθητείας και οργάνωσης των μετακινήσεων των ορθόδοξων ζωγράφων. Η τέχνη του Αγίου Όρους τον 18ο αιώνα διατηρεί το υψηλό της κύρος σε όλον τον ορθόδοξο κόσμο γιατί συγκέντρωνε τους καλύτερους ζωγράφους κάθε εποχής,παραμένοντας η ανώτερη σχολή για τη θρησκευτική ζωγραφική των λαών της βαλκανικής χερσονήσου. Ειδικά στη νοτιοανατολική Ευρώπη οι ορθόδοξοι είχαν κοινή με τους έλληνες την κληρονομιά της βυζαντινής καλλιτεχνικής παράδοσης.

Στα σημερινά εδάφη της Σερβίας, της Βουλγαρίας και της Αλβανίας, ιδίως σε μοναστικά ιδρύματα αλλά και σε κεντρικούς ναούς των μεγάλων πόλεων, οι κτητορικές επιγραφές και οι επιγραφές των φορητών εικόνων μαρτυρούν την παρουσία ελληνικής παιδείας ορθόδοξων ζωγράφων.

Επιστημονική υπεύθυνη: Ευγενία Δρακοπούλου

Βοηθός έρευνας: Γεωργία Φουκανέλη