Από τη Βενετία στην Αλεξάνδρεια, τη Σμύρνη, την Κωνσταντινούπολη και τη Θεσσαλονίκη.
Διαδρομές και «σκάλες» στις ελληνικές θάλασσες (1470-1685) μέσα από τις καταδιώξεις και τις ενέδρες πειρατών και κουρσάρων

Αντώνης Πάρδος

Μέχρι τις τελευταίες δεκαετίες του 16ου αιώνα (οπότε τα νέου τύπου πλοία μεγάλης χωρητικότητας στις θαλάσσιες μεταφορές πληθαίνουν, για να επικρατήσουν σταδιακά στον 17ο) η ναυσιπλοΐα ακολουθεί την πανάρχαια ασφαλή παράκτια πορεία, για την αποφυγή της πελαγοδρόμησης, την έγκαιρη αναζήτηση λιμανιού ή όρμου σε περίπτωση κακοκαιρίας και την άμεση εξασφάλιση κρατικής προστασίας από εχθρικές ή πειρατικές άλλες επιθέσεις. Τόσο στο Ιόνιο όσο και στο Αιγαίο πέλαγος η οπτική επαφή με το επόμενο νησί είναι κατά κανόνα άμεση.

Αυτό δεν αρκεί όμως για να διασχίσει κανείς ακίνδυνα το πυκνό πλέγμα νησιωτικών συστάδων όπως οι Κυκλάδες κατά κύριο λόγο, οι Βόρειες, αλλά και οι Νότιες Σποράδες (Δωδεκάνησα). Τα ελάχιστα χειρόγραφα κείμενα που κατέγραφαν λιγόλογα τις κύριες διαδρομές κρύβονταν για πολύ καιρό ζηλότυπα και δεν διαδίδονταν –συνιστούσαν πολύτιμα επαγγελματικά μυστικά των ναυτικών που τα κατείχαν. Από το β΄ μισό του 16ου αιώνα κ.ε. τυπώνονται κάποια «λιμενολόγια» (πορτολάνοι), αλλά πρέπει να φτάσουμε στα μέσα περίπου του 17ου αιώνα για να δουν το φως επιστημονικότεροι και λεπτομερέστεροι οδηγοί, όπως το “Specchiodelmare”. Και πάλι όμως μόνο η ζωντανή εμπειρία του ντόπιου ναυτικού εγγυάται βάσιμα τη δαιδαλώδη διέλευση ανάμεσα από υφάλους και ξέρες, υποθαλάσσιαρεύματακαιξαφνικούς ανέμους πάνω στο γύρισμα ενός κάβου. Γι᾽ αυτόν το λόγο η παρουσία πλοηγού (pilota, «τιμονιέρη») ή η πρόσληψή του στο λιμάνι της Μήλου είναι στοιχειώδες μέτρο πρόνοιας.

Όμως τα κείμενα αυτά παρουσιάζουν μιαν άχρονη πραγματικότητα, καθώς παρατηρούν μονάχα κάποια φυσικά γνωρίσματα των τόπων και μετρούν χοντρικά τις μεταξύ τους αποστάσεις. Ο ανθρώπινος κοινωνικός παράγοντας, ακόμα κι ο πολιτικός, απουσιάζουν. Αυτό συνάδει με τον πολιτικά ουδέτερο χαρακτήρα του εμπορίου, αλλά δεν αποκαλύπτει στον σημερινό αναγνώστη πόσο εξαρτημένη από τα οικεία κράτη ήταν και τότε η εμπορική δραστηριότητα. Κι επιπλέον, τέτοια κείμενα δεν έχουν κανένα λόγο να αναφερθούν σε πολέμους ή σε περιόδους αναρχίας: το εμπόριο και το ταξίδι έχουν ανάγκη την ειρήνη και σ᾽ αυτήν επικεντρώνονται προκειμένου να ευδοκιμήσουν.

Όμως ο κόσμος συνεχώς αλλάζει.

ΤΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ

Η partition Romaníae είχε το 1204 κατακερματίσει τη μακραίωνη ενότητα, που από τους ελληνιστικούς χρόνους διατηρούσε σε διαρκή οργανική επαφή τα ελλαδικά παράλια με τα μικρασιατικά μέσω των νησιών του Αιγαίου και προσκολλούσε τα Ιόνια νησιά στις ηπειρωτικές στεριές. Η πολυδιάσπαση των δυτικοευρωπαϊκών κτήσεων στις ελληνικές θάλασσες διευκόλυνε την τρομακτική δράση των Καταλανών από τη μια μεριά και των Τούρκων των εμιράτων της μικρασιατικής ακτής από την άλλη, στον φοβερότερο ίσως αιώνα της οργανωμένης πειρατείας, τον 14ο.

Η κραταίωση της οθωμανικής ισχύος με την πλήρη κατάκτηση των εδαφών της Ρωμανίας και την Άλωση της Κωνσταντινούπολης το 1453 θα κορυφωθεί με την επέκταση της εξουσίας των Οθωμανών στη Συρία και την Αίγυπτο (1517).Στη συνέχεια η εξουσία τους θα καλύψει ολόκληρη τη βόρειο Αφρική, καθιστώντας υποτελή τα πειρατικά κράτη του Αλγεριού, της Τύνιδας και της λιβυκής Τρίπολης.

Η μετατροπή του Αιγαίου σε «οθωμανική λίμνη» προωθήθηκε βαθμιαία, μα κι άλλο τόσο αποφασιστικά και ανέκκλητα:

Το 1500 με την κατάκτηση των κομβικών λιμανιών της Μεθώνης και της Κορώνης, αλλά και της Ναυπάκτου.

Το 1521 με την εκδίωξη των ιπποτών του Αγίου Ιωάννη από τη Ρόδο και τις Νότιες Σποράδες (Δωδεκάνησα).

Το 1540 με την πλήρη εκδίωξη των Βενετών από την Πελοπόννησο (παράδοση Ναυπλίου και Μονεμβασίας),

Ήδη το 1537-38 ο Χαϊρεντίν Μπαρμπαρόσα είχε υποτάξει τις Βόρειες Σποράδες και τις Κυκλάδες(εξαίρεση η Τήνος, που παρέμεινε βενετική μέχρι το 1715).

Το 1566 με την εκδίωξη των Γενουατών από τη Χίο.

Ακολούθησε το 1570-71 η κατάκτηση της Κύπρου: Η Βενετία έμενε πλέον να κατέχει μονάχα την Κρήτη, με δυο ασύμμετρες κεραίες προς το Αιγαίο, τη μια στα σπλάχνα του (την Τήνο) και την άλλη στο υπογάστριο της Πελοποννήσου (τα Κύθηρα): δυο νησιά στις παρυφές του δρόμου των μεγάλων ταξιδιών.

Ο απόηχος της νίκης των χριστιανικών δυνάμεων στη λεγόμενη ναυμαχία «της Ναυπάκτου» (που έλαβε χώρα στα νησιά Εχινάδες του Ιονίου) εγκαινίασε μια περίοδο μισού αιώνα γεμάτου από την οργανωμένη δράση ποικίλων κουρσάρων. Οι περισσότεροι βρίσκονταν στην υπηρεσία της Ισπανίας από το βασίλειο «των δύο Σικελιών» (Μεσσήνη-Νεάπολη), αλλά και από τις Βαλεαρίδες νήσους (τη Μαγιόρκα), άλλοι στην υπηρεσία της Πορτογαλίας. Εκείνοι όμως που είχαν αναλάβει «κατ᾽ επάγγελμα» τη συνεχή επίθεση εναντίον των μουσουλμάνων ήταν τα μοναστικά τάγματα των ιπποτών του Αγίου Στεφάνου της Τοσκάνης (Λιβόρνου) και κυρίως του Αγίου Ιωάννη (των διαβόητων «Μαλτέζων»: έδρευαν πλέον στη Μάλτα).Η νίκη εκείνη του 1571 είχε υποδαυλίσει αμέτρητα κινήματα και είχε οδηγήσει στην εκπόνηση άπειρων σχεδίων και προτάσεων των υποδούλων για απελευθέρωση, με άμεσο αποτέλεσμα τον συγχρωτισμό Ελλήνων των παραλίων με τους κουρσάρους, και την επίδοσή τους στην πειρατεία.

Οι δυο μεγάλες συγκρούσεις Οθωμανών και Βενετών (1645-1669: κατάκτηση της Κρήτης και 1684-1699: βενετική κατάληψη της Πελοποννήσου) καθιστούν τον 17ο αιώνα ίσως μοναδικό στην ιστορία του Αιγαίου. Οι κάτοικοί του βρέθηκαν στο επίκεντρο της δίνης των πολέμων αυτών και κατασπαράχτηκαν ανελέητα για 50ολόκληρα χρόνια συνολικά.

Ο ΠΕΙΡΑΤΗΣ ΚΑΙ Ο ΚΟΥΡΣΑΡΟΣ

Η πειρατεία είναι, φυσικά, ένα πανάρχαιο φαινόμενο, απότοκο τόσο της φτώχειας όσο και της ανθρώπινης αρπακτικότητας. Το είδαμε στις μέρες μας, ίσως με κάποια έκπληξη, να ξαναφουντώνει στις ακτές της δυτικής Αφρικής και πιο κραυγαλέα στο στενό του Άντεν στην είσοδο της Ερυθράς θάλασσας. Όσο όμως η πειρατεία είναι πανάρχαιο φαινόμενο άλλο τόσο ο πειρατής είναι μια πρόσκαιρη παρουσία, δεν μακροημερεύει ως άτομο: όποτε δρα στην επικράτεια μιας οργανωμένης πολιτείας, είτε εκπροσωπεί τη διαμαρτυρία στην κοινωνική αδικία είτε απλά επιδιώκει τον άνομο πλουτισμό, αργά ή γρήγορα θα πέσει στα χέρια «του νόμου» –ακόμα κι αν διαθέτει στήριξη και συνεργούς μέσα στον κρατικό μηχανισμό.

Αντίθετα, ο κουρσάρος ασκεί «νόμιμη» πειρατεία. Είναι ενταγμένος στις καταδρομικές δυνάμεις ενός κράτους, οι οποίες στοχεύουν στο να πλήξουν την οικονομία και το εμπόριο των αντίπαλων κρατών (ή, όπως διατείνονται, να πολεμήσουν «εναντίον των πειρατών… των απίστων»: contra infideles).Είναι εφοδιασμένος με διαπιστευτήριο έγγραφο (patente), υψώνει τη σημαία του κράτους που υπηρετεί και έχει την υποχρέωση να αποδίδει στον κυρίαρχο ένα συμφωνημένο μερίδιο από τη λεία του, όχι μικρότερο από το ένα δέκατο.

Ο κουρσάρος λοιπόν έχει την προστασία τόσο των εκπροσώπων τού κράτους του όσο και όλων των πλοίων, πολεμικών και εμπορικών, της χώρας του, αλλά και των σύμμαχων κρατών. Είναι, στο θεωρητικό πλαίσιο, εκείνος που συνεχίζει τον πόλεμο εσαεί, μέσα στην ευδία της ειρήνης. Το πρότυπό του βρίσκεται στον «ιερό πόλεμο» της εποχής των Σταυροφοριών. Τότε ιδρύθηκε και το διασημότερο χριστιανικό τάγμα, οι Ιωαννίτες ιππότες, που μετά την πτώση του βασιλείου της Ιερουσαλήμ ίδρυσαν δικό τους κράτος στη Ρόδο και έπειτα στη Μάλτα. Το τάγμα του Αγίου Στεφάνου αντίθετα ιδρύθηκε στο Λιβόρνο το 1561, ήταν αρκετά δραστήριο στις ελληνικές θάλασσες μονάχα μέχρι το 1640 περίπου, για να περιοριστεί έπειτα στο Τυρρηνικό πέλαγος.

Οι μουσουλμάνοι όμως διέθεταν τρία ολόκληρα κράτη που ζούσαν αποκλειστικά από τις λείες του «ιερού πολέμου»: Αλγέρι, Τούνεζι και Τρίπολη. Μετά την υπαγωγή τους στην οθωμανική επικυριαρχία, η παρουσία τους στις ελληνικές θάλασσες ήταν καταλυτική, αποθρασύνοντας τους ομοθρήσκους τους κουρσάρους της Κορώνης, της Ναυπάκτου, της Λευκάδας, του Αυλώνα και του Δούλτσινου. Κορυφαίες στιγμές της χριστιανικής αντίδρασης υπήρξαν το 1638 (όταν ο Βενετός ναύαρχος Capello βύθισε 16 αλγερινές φούστες στο λιμάνι του Αυλώνα) και το 1681 (όταν ο Γάλλος ναύαρχος Duquesne κανονιοβόλησε επτά τριπολίτικα πλοία στο λιμάνι της Χίου, και τους ίδιους τους συμμάχους της Γαλλίας Οθωμανούς στο φρούριο της πόλης).

Αν εξαιρέσουμε πάντως αυτούς τους χριστιανούς και μουσουλμάνους επαγγελματίες του «ιερού πολέμου», οι άλλοι, οι μεμονωμένοι τυχοδιώκτες που συνήθως στρατολογούνταν μαζικά στους μακροχρόνιους πολέμους, προκαλούσαν μεγάλα προβλήματα απείθειας στους κυριάρχους τους μόλις υπογραφόταν η ειρήνη και έμεναν «άνεργοι».

ΤΑΞΙΔΕΥΟΝΤΑΣ ΣΤΟ ΑΙΓΑΙΟ

Το ρεύμα του Βοσπόρου, σπρωγμένο απ᾽ τα συγκλίνοντα νερά μεγάλων ποταμών που χύνονται στη Μαύρη Θάλασσα (ο Δούναβης, ο Δνείστερος, ο Δνείπερος, ο Δον, ο Σαγγάριος κ.λπ.) διαπερνά διαγώνια το Αιγαίο μέχρι το πελοποννησιακό ακρωτήριο του Μαλέα και πιο πέρα. Το πέρασμα από το ακρωτήριο αυτό προκαλεί προβλήματα ακόμα και στα σύγχρονα πλοία. Τα μεγαλύτερα προβλήματα όμως εντοπίζονται στη διάπλευση του πορθμού του Καφηρέα (Κάβο ντ᾽ Όρο) ανάμεσα στην Εύβοια και την Άνδρο. Είναι γι᾽ αυτό που το ταξίδι από τη Δύση προς την Κωνσταντινούπολη δεν ακολουθούσε την ανάστροφη διαγώνια πλεύση, αλλά εισχωρούσε μέσα στο δάσος των κυκλαδίτικων νησιών με ελαφρά βορειανατολική πορεία (σαν να κατευθυνόταν προς τη Σμύρνη), μέχρι να μπει στο στενό της Χίου και να στραφεί προς βορρά μέσα στην ασφάλεια των μικρασιατικών ακτών. Γι᾽ αυτό εξάλλου και μέχρι σήμερα το πιο συνηθισμένο ταξίδι προς τη Μυτιλήνη γίνεται πάλι μέσω του «καναλιού» της Χίου.

Αλλιώς συνέβαινε στην κάθοδο από τον Ελλήσποντο. Στο ύψος των Ψαρών τα πλοία εγκατέλειπαν την παράκτια κάθοδό τους και αφήνονταν στο ρεύμα, που κατεβαίνει διαγώνια προς τα νοτιοανατολικά: έτσι έφταναν άκοπα στον πορθμό του Καφηρέα και πάλι όμως, αν ήταν νύχτα, περίμεναν στ᾽ ανοιχτά να ξημερώσει για να τον διασχίσουν. Το ρεύμα στα στενά του Καφηρέα ανάγκαζε τα πλοία να διαπλέουν υποχρεωτικά από μέσα τον Ευβοϊκό κόλπο: σ᾽ αυτό οφείλει η Χαλκίδα μεγάλο μέρος από τη σημασία που είχε και συνεχίζει να έχει, μια και δεσπόζει στην ασφαλή διαδρομή προς τα θεσσαλικά παράλια και το βόρειο Αιγαίο: την πανάρχαια διαδρομή της τρωικής εκστρατείας.

*Στις διαδρομές του χάρτη έχει ενδιαφέρον να παρατηρήσει κανείς ότι η διάταξη των λιμανιών ανταποκρίνεται στην πανάρχαια διαδρομή των πλοίων ή\και προσαρμόζεται στους νέους προσανατολισμούς και τις απαιτήσεις του διεθνούς εμπορίου.

Ι. ΑΠΟ ΑΔΡΙΑΤΙΚΗ ΠΡΟΣ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗ ΜΕΣΟΓΕΙΟ ΚΑΙ ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑ
ΑΥΛΩΝΑΣ (VALLONA)

Οθωμανοί πειρατές εποπτεύουν τους θαλάσσιους δρόμους προς Αδριατική, Απουλία και Καλαβρία (και γενικά τη δυτική Μεσόγειο). Διάσημη βάση των Αλγερινών κουρσάρων(1638: λίγο έλειψε να ξεσπάσει βενετοτουρκικός πόλεμος, όταν ο βενετικός στόλος μπήκε στο λιμάνι και βύθισε 16 αλγερινά πλοία).

ΑΜΒΡΑΚΙΚΟΣ ΚΟΛΠΟΣ (GOLFO DI PRÉVESA)

Πίσω από την πυκνή βλάστηση των αναρίθμητων νησίδων στη είσοδό του και στα ενδότερα παραμονεύουν ή κρύβονται πειρατές ποικίλων προελεύσεων.

ΛΕΥΚΑΔΑ (SANTAMAURA)

Οι μουσουλμάνοι πειρατές της (μέχρι το 1685) λυμαίνονται σκληρά Κεφαλονιά, Ιθάκη και λοιπά νησάκιαως τη νότια Κέρκυρα.

ΕΧΙΝΑΔΕΣ (CURZOLARI)

Σύμπλεγμα νησίδων ιδανικό για επιθέσεις όχι μόνο στα πλοία που έρχονται από την Αδριατική και τη δυτική Μεσόγειο, αλλά και στα παράλια των γύρω Ιόνιων νησιών και στις απέναντι ακτές της Αιτωλοακαρνανίας.

ΜΕΣΟΛΟΓΓΙ-ΑΙΤΩΛΙΚΟ (NATOLICÓ)

Η δαιδαλώδης λιμνοθάλασσα προστατεύει ελληνικά πειρατικά πλοιάρια ιδίως μετά τη ναυμαχία της Ναυπάκτου (1571). Όμως από τον 17ο αιώνα θα δέχεται τις συχνές επιθέσεις των φοβερών Δουλτσινιωτώνπειρατών της Αδριατικής.

ΚΕΦΑΛΟΝΙΑ-ΖΑΚΥΝΘΟΣ (ZANTE)

Μεμονωμένα ή και σε συνεργασία λυμαίνονται ταπαράλιαΑιτωλοακαρνανίας και Πελοποννήσου, ιδίως της Ήλιδας. Από τα τέλη του 16ου αιώνα,κυρίως οι Ζακυνθινοί συνάπτουν σχέσεις με τη Μάνη και διεισδύουν στο Αιγαίο. Κορυφαίος ανάμεσά τους ο Στάθης Ρωμανός Μανέτας (μετέπειτα καταδρομέας των Βενετών στους πολέμους του β΄ μισού του 17ου αιώνα).

ΝΑΥΠΑΚΤΟΣ (LÉPANTO)

Βάση Οθωμανών πειρατών που με ορμητήριο τα Τριζόνια λυμαίνονται τον Κορινθιακό και ιδίως τον Πατραϊκό κόλπο, την Κεφαλονιά και τη Ζάκυνθο. Διαβόητος ανάμεσά τους ο Ζακυνθινός εξωμότης Μπαλαμπάνος (α΄ μισό17ου αιώνα).

ΣΤΡΟΦΑΔΕΣ (STRIVALI)

Βαθιά μέσα στο Ιόνιο πέλαγος, 27 μίλια από τα νότια της Ζακύνθου καιάλλα τόσα από τα δυτικά της Πελοποννήσου (Τριφυλλία), ιδανική κρυψώνα και τόπος ανεφοδιασμού των πειρατών, απαραίτητος σταθμός των βενετικών περιπολιών και των οθωμανικών –ιδίως αλγερινών– κατοπτεύσεων και ενεδρών.

ΠΡΩΤΗ (PRÓDANO)

Νησί όπου πειρατές και κουρσάροι παραμονεύουν το πέρασμα πλοίων της διεθνούς γραμμής, συχνά σε ανταπόκριση με τη Σαπιέντσες.

ΟΙΝΟΥΣΣΕΣ (SAPIENZE)

Σύμπλεγμανησιών στο νοτιοδυτικό μεσσηνιακό άκρο της Πελοποννήσου, όπου, μαζί με τις δυσχερείς καιρικές συνθήκες, ενεδρεύουν ισχυροί δυτικοί πειρατές και κουρσάροι, αλλά και Μπαρμπαρέζοι, που έχουν βάση την Κορώνη, κάποτε και τη Μεθώνη. Οι Σαπιέντσες αποτελούν μόνιμη μέριμνα των περιπολιών του βενετικού στόλου.

ΚΟΡΩΝΗ (CORONE)

Βάση των κουρσάρων της Μπαρμπαριάς (Τριπολιτών, Τυνήσιων και ιδίως των Αλγερινών), που η παρουσία τους φυσικά ενθαρρύνει και την εμφάνιση της εγχώριας πειρατείας. Για τους Bενετούς παραμένει οικονομικό κέντρο αναφοράς, παρότι από το 1499 είχε περιέλθει στην οθωμανική εξουσία. Η αναπτυσσόμενη Καλαμάτα δεν τους ενέπνεε εμπιστοσύνη, επειδή βρισκόταν στην ακτίνα δράσης των Mανιατών.

ΟΙΤΥΛΟ (VITULO)

Το κέντρο της Μάνης, με τον όρμο της σε συνεχή διαμάχη με την απέναντι Κορώνη, την έδρα των Mπαρμπαρέζων κουρσάρων. Οι συναλλαγές εδώ κάποτε φτάνουν έως και στην πώληση σκλάβων, όταν τα λύτρα των ομήρων δεν καταβάλλονται στους ληστές.

ΤΑΙΝΑΡΟ (CAVO MATAPAN)

Περιοχή δράσης των περίφημων ‘κακαβούληδων’, που φορώντας σαν κράνη στο κεφάλι τις χύτρες τους (για να βράζουν και να τρώνε χόρτα ή ό,τι άλλο βρουν, όπου κι αν βρεθούν) παρακολουθούν την πορεία των πλοίων που έρχονται, συνήθως ταλαιπωρημένα από τον τρικυμισμένο Κάβο-Μαλιά, για να περιμαζέψουν τη λεία σε περίπτωση ναυαγίου. Αν τυχόν καταφύγουν στο ασφαλές Πόρτο-Κάγιο (Porto delle Quaglie), τη νύχτα οι κακαβούληδες θα κόψουν τα παλαμάρια των πλοίωνοποιουδήποτε κράτους, ακόμη και των πολεμικών.

ΑΝΤΙΚΥΘΗΡΑ (CERIGOTTO)

Πρώτο καρτέρι των πειρατών στα πλοία που πλέουν για Κρήτη, Κύπρο, Συρία και Αίγυπτο. Η επικράτειά τους εκτείνεται και στα νησάκια Μεγάλη και Μικρή Δραγονέρα, απ’ όπου παραμονεύουν και τα πλοία που περνούν τον Κάβο-Μαλιά, καθώς συχνάζουν στον αφύλαχτο όρμο του Αυλέμονα Κυθήρων. Μέχρι την έναρξη του Κρητικού πολέμου πάντως, η αγροτική εκμετάλλευση των Αντικυθήρων από τον Μαρκαντώνιο Βιάρο και οι περιπολίες της ναυτικής ‘φρουράς της Κρήτης’ απέτρεπαν τα χειρότερα. Μετά την κατάληψη της Κρήτης το νησί έγινε άντρο Σφακιανών πειρατών.

ΧΡΙΣΤΙΑΝA (CRISTIANA)

Νησίδα και βραχονησίδες στα ανοιχτά, νότια της Σαντορίνης, κλασικό κρησφύγετο και παρατηρητήριο πάνω στον ίδιο θαλάσσιο δρόμο.

ΙΟΣ (NIÓ)

Μόνιμη βάση των κουρσάρων που δρουν τόσο στον θαλάσσιο δρόμο προς την ανατολική Μεσόγειο όσο και βορειότερα, στον δρόμο προς τη Σμύρνη και την Κωνσταντινούπολη χάρη στις ανταποκρίσεις, ακόμα και μέσω σημάτων, με την Ηρακλειά και τη Σχοινούσα, αλλά και με την Κέρο και τα Κουφονήσια.

ΚΑΒΟ-ΣΙΔΕΡΟ (CAPOSALAMÓN)

Στο ακρότατο σημείο της ανατολικής Κρήτης και στην κοντινή προέκτασή του, τη νησίδα Κυριαμάδες, βρίσκεται ο παράδεισος των κουρσάρων, μια ανάσα από το Βάι με το μοναδικό του φοινικόδασος. Η απόλυτηερημιά της περιοχής προσφέρει αναψυχή και ανασυγκρότηση, ενώ παράλληλα δενπαραμελείται η παρακολούθηση των μεγάλων δρόμων προς τη Δύση και την Κωνσταντινούπολη.

ΚΑΣΤΕΛΛΟΡΙΖΟ (CASTELROSSO)

Εδώ στήνεται η μεγάλη ενέδρα στα πλοία που έρχονται από την ανατολική Μεσόγειο –ιδίως το οθωμανικό ‘καραβάνι της Αλεξάνδρειας’– κι αρχίζει η καταδίωξή τους προς το Αιγαίοκαι, αντίστροφα, η καταδίωξη των pellegrini που κατευθύνονται προς τους Αγίους Τόπους.

ΑΤΤΑΛΕΙΑ (S’ATALIA)

Στο λιμάνι της καταφεύγουν τα καράβια από τις συχνές τρικυμίες της περιοχής. Εκεί τα πλοία από την Αίγυπτο ξεφορτώνουν τα περιζήτητα εμπορεύματα από τις Ινδίες, για να μεταφερθούν απ᾽ τον εγκάρσιο χερσαίο δρόμο στην Καισάρεια, την Άγκυρα και την Αμάσεια προς τη Μαύρη Θάλασσα. Από εκεί εξορμούν και οι μουσουλμάνοι κουρσάροι ενάντια στα χριστιανικά πλοία που πλέουν προς τη Συρία, την Παλαιστίνη (προσκύνημα Αγίων Τόπων) και την Αίγυπτο.

ΙΙ. ΜΕΣΩ ΑΙΓΑΙΟΥ ΠΡΟΣ ΣΜΥΡΝΗ ΚΑΙ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΗ
ΜΗΛΟΣ (MILO)

Πρώτη ‘σκάλα’ για τα πλοία από τη Δύση μετά την ταλαιπωρία της διάβασης του ακρωτηρίου Μαλέα. Παραμονεύουν πειρατές στην Κίμωλο, την Πολύκανδρο και την Αντίπαρο, ακόμα και την ίδια την Πάρο,μέχρι και τη Σίκινο. Η πρόσληψη Mηλοΐτη (Μηλιού) πλοηγού (pilota) απαραίτητη για τη δαιδαλώδη διάπλευση του Αιγαίου με τα επικίνδυνα νερά, τις ξέρες, τους υφάλους και τους κουρσάρους, ιδίως μέσα στο δάσος των Κυκλάδων.

ΔΗΛΟΣ-ΡΗΝΕΙΑ (DELO)

Ακατοίκητες σ᾽ εκείνα τα χρόνια κρυψώνες και καταφύγια των πειρατών, που καραδοκούν μήπως κάποιο πλοίο βρεθεί σε δύσκολη θέση για να του επιτεθούν.

ΜΥΚΟΝΟΣ (MICONE)

Δεύτερη κύρια ‘σκάλα’ του μεγάλου δρόμου της Δύσης. Ενώ στο λιμάνι της κινούνται ποικίλα ύποπτα πρόσωπα (απόμαχοι κουρσάροι, κλεπταποδόχοι και πληροφοριοδότες των πειρατών κ.λπ.), οι ντόπιοι κατορθώνουν να κρατούν σφιχτούς κοινωνικούς δεσμούς και λειτουργική κοινοτική ζωή.

ΔΟΝΟΥΣΑ (DONUSA)

Βάση των κουρσάρων που ελέγχουν τους δρόμους προς την Κωνσταντινούπολη και τη Σμύρνη, τόσο από τη Δύση όσο και από την ανατολική Μεσόγειο.

ΚΟΥΦΟΝΗΣΙΑ-ΚΕΡΟΣ (CUFONISSI-CERO

Μόνιμα ορμητήρια πειρατών και κουρσάρων, ενταγμένα στο δίκτυο επικοινωνίας τους με τη Σχοινούσα και την Ηρακλειά μέχρι τη βάση τους στη Νιο.

ΙΙΙ. ΑΠΟ ΤΟ ΚΑΣΤΕΛΛΟΡΙΖΟ ΜΕΧΡΙ ΤΟΝ ΕΛΛΗΣΠΟΝΤΟ

*Η ποικιλία της περιπτωσιολογίας των ενεδρών πίσω από τα μικρότερα από τα Δωδεκάνησα για το πέρασμα των πλοίων(ιδίως του πλουσιότατου ‘καραβανιού της Αλεξάνδρειας’) είναι πρακτικά δύσκολο να ταξινομηθεί. Η παρακολούθηση αρχίζει συνήθως από τα ανοιχτά της Κύπρου, γίνεται συστηματική από το Καστελόριζο και πέρα: μέχρι να φτάσει στο κανάλι της Χίου γνωρίζει άπειρες παραλλαγές, ανάλογες με τον βαθμό οργάνωσης και διασύνδεσης των κουρσάρων στα αλλεπάλληλα επικίνδυνα περάσματα.

ΨΕΡΙΜΟΣ

Νησίδα μεταξύ Καλύμνου και Κω, από την οποία τη χωρίζει το στενό της Κάπαρης, ιδιαίτερα επικίνδυνο με τους σκοπέλους και τις ξέρες του, στις οποίες οι πειρατές επιχειρούννα ωθήσουν και να παρασύρουν τα πλοία κυνηγώντας τα, ιδίως όταν είναι ταλαιπωρημένα, έχοντας μόλις διασχίσει το πάντοτε ταραγμένο Καρπάθιο πέλαγος.

ΚΙΝΑΡΟΣ-ΛΕΒΙΘΑ (LEVIT)

Ερημονήσια στα δυτικά της Λέρου και Καλύμνου, καταφύγια και βίγλες των πειρατών. Μάλιστα στον πολυτάραχο 17ο αιώνα η Λέρος, δαντελωτή κι ευλίμενη καθώς είναι, χρειάστηκε να οχυρωθεί και πάλι από τους Oθωμανούς το 1671, για να πάψουν να συχνάζουν οι πολλοί και ποικίλοι κουρσάροι της εποχής.

ΑΣΤΥΠΑΛΑΙΑ (STAMPALIA)

Βάση των κουρσάρων, που κυριαρχούν ολοκληρωτικά στο σχεδόν αποκομμένο βορειανατολικό μισό της, ιδίως μετά από την κατάλυση της ηγεμονίας των Querini-Stampalia (1538), με αποκορύφωμα το β΄ μισό του 17ου αιώνα. Η κυριαρχία τους εκτείνεται και στα δυτικά ερημονήσια Ποντικούσα-Οφιδούσα-Χτένια, αλλά και στα νότια (Κουνούπους, Κουτσομύτι, Πλακίδακ.ά.).

ΑΡΚΟΙ-ΑΓΑΘΟΝΗΣΙ-ΛΕΙΨΟΙ-ΦΑΡΜΑΚΟΝΗΣΙ (LIPSO)

Ανάμεσα από αυτά τα έρημα (ή σχεδόν έρημα) νησάκιαστα ανατολικά της Πάτμου πρέπει συνήθως να περάσουν τα ποντοπόρα πλοία του άξονα βορρά-νότου. Εκεί τριγυρίζουν συνεχώς οι πειρατές και στήνουν τις ενέδρες τους.

ΦΟΥΡΝΟΙ-ΘΥΜΑΙΝΑ ΙΚΑΡΙΑΣ (FURNI)

Φωλιές των πειρατών από αιώνες, η δράση των οποίων προκάλεσε την ‘αφάνεια’ των κατοίκων της Ικαρίας, αλλά και την ερήμωση της Σάμου, όπως ισχυρίζεται μια πηγή του 16ου αιώνα. Καίρια η θέση των Φούρνων πάνω στη ρότα των δρόμων τόσο στον άξονα δύσης-ανατολής όσο και βορρά-νότου.

ΧΙΟΣ (SCIO)

Κεντρικός σταθμός της ναυσιπλοΐας τόσο στον οριζόντιο όσο και στον κάθετο άξονα. Θερινός τόπος διαμονής του Οθωμανού διοικητή του Αιγαίου και ναυάρχου (καπουδάν πασά), του οποίου ο στόλος ναυλοχεί απέναντι στη μικρασιατική ακτή, στη Φώκαια, φυλάγοντας την είσοδο στον κόλπο της Σμύρνης για την ασφάλεια της πόλης και ευρύτερα της ναυσιπλοΐας στον άξονα βορρά-νότου.

ΨΑΡΑ

Η κομβική θέση τους πάνω στον άξονα βορρά-νότου, αλλά και στη διαγώνια διάπλευση του Αιγαίου προς το στενό του Καφηρέα (Cavo d’ Oro), έκανε τους κατοίκους τους τολμηρούς ναυτικούς και δεινότατους πειρατές.

ΜΟΣΧΟΝΗΣΙΑ

Στον κόλπο του Αδραμυττίου μια συστάδα νησιών προστατεύει και κάνει αθέατη την πολύπλοκη ακτή των Κυδωνιών (του Αϊβαλιού), προσφέροντας ασφάλεια στους πειρατές μετά τις εξορμήσεις τους εναντίον των πλοίων της διαδρομής βορρά-νότου και εναντίον των ακτών της Λέσβου. Οι τελευταίοι Αϊβαλιώτες πειρατές εξουδετερώθηκαν μόλις στις πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα.

IV. ΔΙΑΓΩΝΙΑ ΔΙΑΔΡΟΜΗ ΑΙΓΑΙΟΥ
ΣΚΥΡΟΣ (SHIRO)

Στα νερά της οι πειρατές παραμονεύουν το πέρασμα των πλοίων που κατεβάζει με ορμή το ρεύμα του Βοσπόρου προς τον Καφηρέαή όποιο σκάφος επιχειρήσει παράτολμα να τον διασχίσει ανάστροφα.Η πειρατική δραστηριότητα γύρω από τούτα τα νεράέχει το πλεονέκτημα να παραμονεύει ταυτόχρονα και την ναυτιλιακή κίνηση των Βόρειων Σποράδων, του Παγασητικού κόλπου και της βόρειας εξόδου από τον Ευβοϊκό και τον Μαλιακό κόλπο.

ΚΑΡΥΣΤΟΣ (ΚΟΚΚΙΝΟΚΑΣΤΡΟ-CARISTO)

Οι περίφημοι ‘Καρυστινοί αγάδες’ ελέγχουν την εξαντλητική έξοδο από το στενό του Καφηρέα, το ίδιο και την είσοδο στον πορθμό του Ευρίπου, με πλούσιες λείες και καταπιέσεις.

ΠΟΡΤΟ-ΡΑΦΤΗ (PORTO RAFTI)

Η ανασφάλεια της ναυσιπλοΐας στον 17οαιώνα ανέδειξε την παραλία του σε λιμάνι εξαγωγών, γεγονός πουπροσέλκυσε κουρσάρους, οι οποίοιεπιχειρούσαν τη σύλληψη των αγκυροβολημένων πλοίωνμε τολμηρές διεισδύσεις. Δεν ήταν φυσικάδυνατόν να κρατήσει πολύ ένα τέτοιο φαινόμενο.

V. ΑΠΟ ΤΟΝ ΜΑΛΕΑ ΠΡΟΣ ΤΑ ΕΛΛΑΔΙΚΑ ΠΑΡΑΛΙΑ ΤΟΥ ΑΙΓΑΙΟΥ
ΜΟΝΕΜΒΑΣΙΑ (MALVASIA)

Ίσως το σημαντικότερο ναυπηγικό κέντρο του Αιγαίου μετά τη Ρόδο. Διατήρησε τη ναυπηγική και ναυτική παράδοσή της παρά την οθωμανική κυριαρχία από το 1540κ.ε. Νευραλγική η θέση της και ως σημείου αναφοράς των Κυκλάδων, ιδίως των δυτικών.

ΝΑΥΠΛΙΟ (NAPOLI DI ROMANIA)

Πρωτεύουσα της Πελοποννήσου, ασφαλής προορισμός και καταφύγιο για τα πλοία μέσα στον πλατύ, βαθύ και φυλασσόμενο Αργολικό κόλπο. Οι Σπέτσες επιτηρούν την είσοδό του,ενώ ηΎδραελέγχει την κίνηση εξωτερικά από και προς αυτόν, όπως και τη ναυσιπλοΐα προς τον Σαρωνικό και το βόρειο Αιγαίο. Φυσικά η συμβολή αυτή των κατοίκων στη θαλάσσια ασφάλεια εμπεριέχει και εκτεταμένη πειρατική δραστηριότητα.

ΠΕΙΡΑΙΑΣ (PORTO LEONE)

Παρότι κάποτε φαίνεται να παραλύει από την επικράτηση της πειρατείας στα νησιά του Σαρωνικού και τα παράλια (Τροιζήνας-Επιδαύρου-Ισθμού-Μεγάρων-Ελευσίνας) και παρά την παράλληλη χρήση του φαληρικού όρμου, η ασφάλεια ελλιμενισμού που προσφέρει και η συνεπόμενη δασμολογική του χρησιμότητα δεν άφησαν ποτέ να σβήσει η διαχρονική σημασία του λιμανιού αυτού.

ΧΑΛΚΙΔΑ (ΕΥΡΙΠΟΣ-NEGROPONTE)

Από το 1470 κέντρο της οθωμανικής διοίκησης νοτιοανατολικής Ελλάδας και θερινή έδρα της πρώτης μοίρας του στόλου νότιου Αιγαίου (η δεύτερη στη Ρόδο από το 1522κ.ε.). Ελέγχει την ασφαλέστερη διαδρομή προς το βόρειο Αιγαίο μέσα από τον ακύμαντο ομώνυμο πορθμό. Από το β´ μισό του 16ου αιώνα όμως τα νέα ογκώδη εμπορικά πλοία δεν χωρούν να περάσουν μέσα από την παλιά στενή δίοδο της γέφυρας και η κίνηση θα περιοριστεί, χωρίς ποτέ να χάσει η πόλη τη νευραλγική στρατηγική της σημασία.

ΛΑΜΙΑ (ZΗΤΟΥΝΙ)

Κέντρο διοχέτευσης των προϊόντων της δυτικής Θεσσαλίας και των Αγράφων. Με τη μεγάλη ετήσια εμποροπανήγυρη προσελκύει στην έξοδο του Μαλιακού κόλπου κουρσάρους και πειρατές ποικίλης προέλευσης (εκπλήσσει ανάμεσά τους η άγρια δράση Άγγλων στο γύρισμα του 16ου προς τον 17ο αιώνα. Ακόμα πιο εκπληκτικά είναι τα σχέδια άλλων κουρσάρων για χερσαία επίθεση στο πανηγύρι της Λειβαδιάς – «μέσω Λαμίας», στην κυριολεξία!).

ΒΟΛΟΣ (ΓΟΛΟΣ-VOLO)

Το κυριότερο κέντρο εξαγωγής των δημητριακών της Θεσσαλίας και των εξαιρετικών προϊόντων του Πηλίου, προστατευμένο στο βάθος του Παγασητικού κόλπου. Πέρα από το Τρίκερι όμως οι πειρατές αεικίνητοι ελίσσονται ανάμεσα από τα νησιά των Βορείων Σποράδων και καραδοκούν.

ΚΑΣΣΑΝΔΡΕΙΑ (BΑΛΤΑ-CASSANDRA)

Πειρατές και κουρσάροι καταδιώκουν ακούραστα τα πλοία που αναχωρούν φορτωμένα με δημητριακά, βελανίδι, κερί κ.ά. προϊόντα της Χαλκιδικής και της Μακεδονίας, ενώ ελέγχουν την είσοδο προς το μεγάλο λιμάνι της Θεσσαλονίκης.

ΑΓΙΟΝ ΟΡΟΣ (MONTE SANTO)

Στις αρχειακές πηγές μαρτυρούνται πολλές επιθέσεις, κάποιες απ᾽ τις οποίες ίσως και να αφορούν σε αγιορείτικα μετόχια στις περιοχές της Ιερισσού και της Σιθωνίας (του δεύτερο ποδιού της Χαλκιδικής, που γειτονεύει άμεσα με το Άγιον Όρος).

ΘΑΣΟΣ (TASO)

Πειρατές και κουρσάροι τριγυρίζουν στις νότιες ακτές της και τη λυμαίνονται, καθώς εποφθαλμιούν αδιάκοπα πλούσιες λείες στις εκβολές του Στρυμόνα πλάι στην Αμφίπολη και του Νέστου κοντά στη Χρυσούπολη. Η παρουσία τους πολλαπλασιάζεται και γίνεται παντελώς ανεξέλεγκτη στις περιόδους πολεμικών συγκρούσεων. Κι αυτό παρότι ακριβώς πάνω από τη Θάσο, στην Καβάλα,ναυλοχεί ο οθωμανικός στόλος του βόρειου Αιγαίου.

ΣΑΜΟΘΡΑΚΗ

Το απώτερο παρατηρητήριο των πειρατών για τα πλοία που βγαίνουν από τον Ελλήσποντο στο Αιγαίο. Και οι βοριάδες που επικρατούν στην περιοχή τούς βοηθούν επιταχύνοντας την καταδίωξη.

ΚΑΛΛΙΠΟΛΗ (GALLIPOLI)

Ο ναύσταθμος του οθωμανικού στόλου, προφυλαγμένος από τρικυμίες μέσα στον Ελλήσποντο και ασφαλισμένος από εχθρικές επιθέσεις πίσω από τα δίδυμα κάστρα στα στενά των Δαρδανελλίων. Το πλεονέκτημα αυτό γινόταν όμως και παγίδα όταν οι αντίπαλοι, οι Bενετοί, είχαν την υπεροπλία, γιατί απέκλειαν τα Στενά και δεν τους επέτρεπαν την έξοδο στο Αιγαίο, εξουδετερώνοντας εντελώς τη ναυτική τους ισχύ.

EARLE P. , Κουρσάροι της Μάλτας και της Μπαρμπαριάς, μετ. ΚΟΚΟΛΑΚΗ Μ., Αθήνα 2010.

BROGINI A., Malte, frontière de Chrétienté (1530-1670), Rome 2006.

ZAKYTHINOS D. A., Corsaires et pirates dans les mers greques au temps de la domination turque, L’ Hellenisme Contemporain 10 (1939), 695-738.

ΝΤΟΚΟΣ Κ., Μία υπόθεσις πειρατείας κατά τον 17ον αιώνα, Θησαυρίσματα 2 (1963), 36-62.

ΠΑΡΔΟΣ Α., H ένταξη των Κυκλάδων στο οθωμανικό σύστημα του Αιγαίου και η σημασία της Άνδρου (1537-1715), στο: Βενετία και Αιγαίο. Συνέργειες λαών και πολιτισμών. H περίπτωση της Άνδρου, επιμ. ΔΡΙΤΣΑ Μ., Αθήνα 2005, 111-171 (ιδίως 111-133, 138-143, 148-152 και 158-161).