Το τοπικό και διεθνές δίκτυο ελληνικών εμπορικών οίκων του 19ου αιώνα στην ανατολική Μεσόγειο
Μαρία Χριστίνα Χατζηιωάννου
Για την οργάνωση και λειτουργία των εμπορικών/επιχειρηματικών δικτύων στη νεότερη εποχή
Τα εμπορικά και τα επιχειρηματικά δίκτυα, όπως αυτά αρθρώνονται στον χώρο και στον χρόνο, αποτελούν την προσπάθεια ατόμων να συγκροτήσουν ομάδες επιχειρηματικής δράσης, αναζητώντας παράλληλα τρόπους για να αντιμετωπίσουν τις αντιξοότητες που θέτει ο χρόνος, η απόσταση και οι πολιτικές συγκυρίες. Μέσα στα δίκτυα επιτελείται η αριστοποίηση συγκριτικών οικονομικών πλεονεκτημάτων αλλά και η αξιοποίηση εθνοτικών χαρακτηριστικών, όπως η γλώσσα και η θρησκεία, χαρακτηριστικά που μετατρέπονται σε οικονομικά πλεονεκτήματα. Η λειτουργία του δικτύου βοηθά στο να υπερκεραστεί ο σκόπελος των εθνικών συνόρων και των εθνικών συνόλων, αφού τα μέλη του δικτύου μπορούν να είναι γεωγραφικά διασκορπισμένα με στόχο το αμοιβαίο μεταξύ τους όφελος. To βασικό χαρακτηριστικό που αφορά την επικοινωνία και τη συνεργασία του δικτύου είναι η καλή και αμοιβαία κατανόηση μεταξύ των μελών του. Πάνω στην έννοια και τη λειτουργία του δικτύου στις διεθνείς συναλλαγές στηρίζεται μεθοδολογικά και η μελέτη της εμπορικής διασποράς. Στη θεωρητική συζήτηση που περιστρέφεται γύρω από τον ρόλο που παίζει η ατομική και συλλογική στρατηγική των κοινωνικών υποκειμένων, σημαντική είναι η έννοια της εμπιστοσύνης και των ηθικών αρχών που αναπτύσσει το δίκτυο για να περιορίζει την καιροσκοπική συμπεριφορά μελών του στο διεθνές εμπόριο.
Η σύγχρονη ιστοριογραφική συζήτηση έχει αναδείξει ζητήματα που αφορούν τις επιχειρηματικές διασπορές και τα διεθνικά δίκτυα (Transnationalnetworks). Πρόκειται, κυρίως, για ανομοιογενείς ομάδες (Εβραίοι, Αρμένιοι, Κινέζοι, Έλληνες) που ήλεγχαν μέρη του διεθνούς εμπορίου, των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών και των μεταφορών. Αυτές οι ομάδες ανέπτυξαν προσωπικές τεχνικές και πρακτικές, ιδιαίτερα κατά την περίοδο των μεγάλων μετασχηματισμών στον ευρωπαϊκό χώρο, μετά την εμπορική και βιομηχανική επανάσταση. Με βασικό εφόδιο την αλληλεγγύη μεταξύ των μελών της ομάδας συχνά δημιουργούσαν εσωστρεφείς κοινότητες στους νέους τόπους εγκατάστασης.
Η δικτύωση ως συστηματική δραστηριότητα ανταλλαγής πληροφοριών, καθώς και η κινητοποίηση και η ανάληψη της ευθύνης στους προσωπικούς δεσμούς έχει απασχολήσει για μεγάλο χρονικό διάστημα την κοινωνιολογία και την οικονομική θεωρία. Η οικονομική κοινωνιολογία υπογραμμίζει την οργάνωση του δικτύου μέσα από κοινωνικές σχέσεις που παίρνουν τη μορφή κόμβων και δεσμών.Έμφαση έχει δοθεί στη δημιουργία ασθενών δεσμών γύρω από μικρά σφιχτοδεμένα δίκτυα. Άτομα που έχουν σχέσεις με πολλά δίκτυα διαχειρίζονται πληροφορίες ή είναι διαμεσολαβητές που φέρνουν σε επαφή διαφορετικά δίκτυα και συμπληρώνουν δομικά κενά στον κοινωνικό καμβά.
H θεωρητική συζήτηση γύρω από αυτό το θέμα έχει τονίσει τη σπουδαιότητα της εμπιστοσύνης που αναπτύσσεται, ιδιαίτερα στα μικρά δίκτυα. Κύρια λειτουργία του δικτύου είναι η ανταλλαγή πληροφοριών, χαρακτηριστικό που σε ορισμένες περιπτώσεις μπορεί να έχει μεγαλύτερη βαρύτητα ακόμα και από την ίδια τη διακίνηση των αγαθών. Οι κοινωνικοί δεσμοί που στηρίζουν τα δίκτυα μειώνουν το κόστος της πληροφορίας, ενώ παράλληλα εξασφαλίζουν την ποιότητά της. Η οπτική του κόστους της πληροφορίας τονίζει ιδιαίτερα την κοινωνική βάση της οικονομικής δραστηριότητας. Λόγος γίνεται εδώ για τα ιδιωτικά δίκτυα της οικογένειας. Μέσα σε αυτά εξασκείται τόσο η ηθική όσο και η τεχνική διαπαιδαγώγηση των μελών της. Τα βασικά στοιχεία της ηθικής διαπαιδαγώγησης στηρίζονται στον σεβασμό προς τη μεγαλύτερη ηλικία και εμπειρία, ενώ σε ένα δεύτερο, παράλληλο επίπεδο η μετάδοση της εμπορικής γνώσης είναι σημαντική μέσα στην οικογένεια.Από τον 18ο αιώνα η δομή της οικογενειακής επιχείρησης αλλά και οιστρατηγικές της είναι στενά συνδεδεμένες και εξαρτημένες τόσο από την εθνική και τοπική καταγωγή όσο και από την κοινότητα μέσα στην οποία λειτουργούν και διαμορφώνονται. Tο χαμηλό επίπεδο των επικοινωνιών και η αβεβαιότητα στις οικονομικές συναλλαγές διαμορφώνουν ένα ανταγωνιστικό περιβάλλον, τον καμβά των οικονομικών δραστηριοτήτων. Πρώτος πόλος συσπείρωσης της όποιας επιχειρηματικής απόπειρας στους τόπους της εμπορικής διασποράς είναι η οικογένεια,ενώ παράλληλα, και σχεδόν ισότιμα, η εθνοθρησκευτική καταγωγή.
BURT R.S., Positions in multiple network systems, Social Forces 56/1 (1977), 106-131 και 56/2 (1977), 551-575.
CASSON M., Information and Organization. A New Perspective on the Theory of the Firm, Oxford-New York 1997.
COLEMAN J., Social Capital in the creation of Human Capital, American Journal of Sociology 94 (1988), 95-120.
Commercial Networks in the Early Modern World, επιμ. CURTO D.R. - MOLHO A., Badia Fiesolana 2002.
CURTIN P.D., Cross-Cultural Trade in World History, Cambridge 1984.
EMIRBAYER M.-GOODWIN J., Network analysis, culture and the problem of agency, The American Journal of Sociology 99/6 (1994), 1411-1454.
GRANOVETTER M., The strength of weak ties, American Journal of Sociology 78/6 (1973), 1360-1380.
GRANOVETTER M., The strength of weak ties: a network theory revisited, Sociological theory 1 (1983), 201-233.
GREIF A., Reputation and Coalitions in Medieval Trade: Evidence on the Maghribi Traders, The Journal of Economic History 49/4 (1989), 857-882.
HAGGETT P. - CHORLEY R., Network Analysis in Geography, London 1969.
PADGETT J. F. -ANSEL C.K., Robust action and the rise of the Medici, 1400-1434, American Journal of Sociology 98/6 (1993), 1259-1319.
POLODNY J. M.-PAGE K. L., Network forms of organization, Annual Review of Sociology 24 (1998), 57-76.
RAUCH J. E., Business and Social Networks in International Trade, Journal of Economic Literature 39/4 (2001), 1177-1203.